Λέμε εμείς εδώ στους Κορφούς μπαρτζολέτες μεταξύ μας για να πειραζόμαστε αλλά οι εμιγκρέδες συμπατριώτες μας πάνε για βραβείο Γκίνες του Βαρώνου Μυνχάουζεν.
Καλά να πουλάνε μεταξωτές κορδέλες στους «ξένους» αλλά και μεταξύ μας ωρέ παιδιά δεν πάει.
Να περηφανεύονται ότι όλοι κρατάνε από κόμητες και το νησί μας είναι Νιου Γιορκ στα πολιτικά και κέντρο παγκόσμιων εξελίξεων και καλύτερο από τη Λόντρα σε κοσμική ζωή.
Κοκορεύονται για τα πιο απίθανα πράγματα και σε μας που τους έχουμε γεννήσει.
Πως να το κάμουμε δε πάει.
(Ο διάλογος που σας μεταφέρω είναι πραγματικός 100%)
Μετά τη πρώτη Ανάσταση συναντήθηκα με τον Τζίνο το μηχανικό πού’καμε είκοσι χρόνια στην Ιταλία να πάρει ένα κωλόχαρτο και τα κουτσοβολεύει στο μεγάλο Χωριό
– Γειά σου αγκάπη!
– Ωρή Σαλώμη πως κρατιέσαι ακόμα σα συλφίδα βάνεις κάτω 40ρες.
– Είναι το κλίμα το υγρό που μας κρατεί φρέσκες. Πώς πάς εσύ;
– Τώρα με τη κρίση δε πλερώνει κανένας ειδεμή δουλειά να φάν κι οι κότες. Όποιος πατήσει το κατώφλι του γραφείου του ζητάω 20 χιλιάρικα προκαταβολή για τις άδειες και να δεις που υπακούνε σα σκυλάκια.
Καταλαβαίνουνε ότι είμαι σοβαρός και τα σκάνε.
Όχι παίζουμε.
– Καλά με 20 χιλιάρικα χτίζεις μισό σπίτι σήμερα .
– Μα τι νομίζεις ότι φτιάχνω σπιτόπουλα; Προχτές έκλεισα ένα οικισμό με το συνεταιρισμό Αγροφυλάκων στην άνω Λούτσα!
– Μα αφού κάνεις τέτοιες εργολαβίες, πως κι ήρθες τόσο δρόμο με το Ωτομπιάνκι του πεθερού σου;
– Ωρέ τη Μερσεντέ και το Τζήπ τά φυλάω στη πυλωτή για να μη δίνω στόχο στην Εφορεία δε τα πιάνεις αυτά είναι του εμπορείου.
– Οι κοπέλες πού’ναι όξω τι γένονται;
– Τις χάσαμε αυτές. Η μία είναι βοηθός του διαδόχου του Γιακούμπ στο Μάνσφηλντ..
– Στο Χέρτφηλντ μήπως εννοείς.
– Ναί ωρή κοπέλλα το μπερδεύω το όνομα-ιταλόσπουδαγμένος βλέπεις- με τη Τζέην Μάσφηλντ Θυμάσαι την αμερικάνα με τις βυζάρες .
Που λες η άλλη πού’τανε διάολος στην Αριθμητική τηνε πήρε ο καθηγητής της μαζί του στο Τσέρν στην Ελβετία που ψάχνουνε το μυστήριο της ζωής.
Δε κάνει βήμα χωρίς τη Σάρα μου.
– Και ο Ηλίας ο αδερφός της γυναικός σου που εδούλευε λογιστής στα Λιπάσματα.
– Αυτός κι άν εξαφανίστηκε απ¨ όταν βγήκε ο Τσίπρας τονε πήρανε στο οικονομικό επιτελείο.
Ξημεροβραδιάζεται με τη Τρόικα τον έχουνε από πίσω γιατί ότι λέει αυτός γένεται.
Ο Λαφαζάνης τον έχει σα Θεό.
Με φλόμωσε και φεύγοντας -‘επειδή τελειωμό δεν είχε- τον αρώτηξα:
– Πότε θα σε ξαναδούμε Τζίνο νάρθεις σπίτι; να σου ΄τοιμάσω καμμιά φρίτολα.
– Ωρέ πάει το καλοκαίρι ο μπατζανάκης μου ο μηχανολόγος στο Κοσμοδρόμιο του Μπαικονούρ γιατί κάτι τους βοηθάει η Εταιρεία του τους Ρώσσους στους πυραύλους και θα πάρω το Όριεντ Εξπρές από τη Πόλη να περάσουμε απεκεί να τον θαυμάσουμε και μετά θα πεταχτούμε μέχρι το Πεκίνο να το δει η Φωφώ που της αρέσει .
Τώρα που με΄βρηκες πάω στο Βίδο τράβελ να δε πόσο κάνουνε τα εισιτήρια.
– Πρόσεξε γλυκέ μου μη πέσετε σε κανά έγκλημα στο τρένο .
Δε ξέρω άμα μ΄άκουσε γιατί κάποιος άλλος συμπατριώτης από τη Θεσσαλονίκη τον είχε πιάκει κιόλας μονότερμα.